13 Ιουνίου 2018

Άδειες τσέπες τ’ ουρανού


Μια μέρα καύκαλο, μια ασπράδα, ένας δρόμος άσκεπος 
Περπάτησα έως κάτω, δίχως σακάκι, δίχως σανδάλια
Στις άδειες τσέπες τ’ ουρανού, κρύβεται, η σκόνη κι η σκιά μου

Έβγαλα το καπέλο, με μια βαθιά υπόκλιση χαιρέτησα
Κοιτώντας μια αψηλά, μη σκοντάψω στα σύννεφα
Κοιτώντας την άλλη χαμηλά, μη πατήσω ένα μυρμήγκι
Όλο το θησαυροφυλάκιο ξεφυλλίζει, μέρα τη μέρα

Αυτή η δουλειά, λογής, λογής, μαγικά τριβόλια
Τον βλέπω το δρόμο, τον χωμάτινο του παλιού διαβάτη
Το βλέπω το κεφάλι του ήλιου κι ας άσκεπος, αιώνες
Δίχως γωνίες, παράθυρα και πόρτες, στην ώρα του συστήνεται
Αυτό είναι το σπίτιστη μέση του πουθενά, μέρος της σύσταση μου

Από μικρός έβαζα αυτί, ν’ ακούσω την καρδιά μου
Αφουγκράζομαι ετούτη την πομπή που, αιώνια προηγείται

Kostis nil - Άδειες τσέπες τ’ ουρανού - Ιούνιος 2018


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου