11 Οκτωβρίου 2020

Όπερα

 

Ο κόμπος στο μαντίλι σαν ένα παραμύθι
Λύνεται σαν το παίρνει το πλατύ ποτάμι.
Μια ζωγραφιά επινοήθηκε, πάλλει το φως!
Άπαξ η αλληγορική ερμηνεία του κόσμου.
Το κείμενο με τις τέσσερις συμπτώσεις
Τον θάνατο του κόσμου απ’ ένα υπέροχο υπαινιγμό!
 
Θα ήθελα να παραθέσω την περιπλάνηση μου,
την ευτυχία να έχεις το τόνο της φωνής,
Η ευτυχία αυτό που έχεις, κοίλο κρύσταλλο,
σκισμένες σελίδες ενός άσημου συγγραφέα --
σκιές απ’ τα δάχτυλά που ο θάνατος παρευρίσκεται.
 
Στην ορατή όψη τα δάχτυλα παίζει!
Τα δαχτυλίδια!
Το πλάσμα στα παραχαραγμένα χαρτονομίσματα!
Πάλλει το φως, πάλλει το σκοτάδι, άνεμος πτυχώνει!
τα πανιά σκισμένα και τα κομμάτια των μύθων στα παλιά καρνάγια.
Δεν εξέλειπαν οι γλώσσες αφ’ ότου: 
των ανέμων, των κυμάτων και των ονείρων!
Το βιβλίο αυτό επινοήθηκε, για ότι συμβεί στο μέλλον --
ανοιχτό σαν τάφος και δάκρυα έξω απ’ το λιμάνι!
 
Kostis nil –
Όπερα – Οκτώβριος 2020

6 Οκτωβρίου 2020

Το ταξίδι του μικρού Αχιλλέα

 *στο μικρό Αχιλλέα

Το ταξίδι τ’ Αχιλλέας: με κουπιά και σαγήνη,                 
καμαρώνει πάνω απ’ χρώματα --
Έφτιαξε ένα συννεφάκι κι ένα φεγγαράκι,
μια βαρκούλα που στα γάργαρα νερά,              
ένα γράμμα στο κατόπι:          
Δυο βιολέτες: μωβ και άσπρο --                          
Με την άπειρη λάμψη, πορφυρή των ματιών του!
 
Οι βιολέτες συνοδεύουν το ταξίδι!      
Τα κύματα που άθελά τους,- μια ζήλεια.                  
Σκούροι όγκοι των τειχών, απαίσιοι --
κι η θάλασσα ξανά έγινε βουνό,
Κι έπειτα ριγώντας ο τόπος,- χαλί και κάμπος.
 
Το πράσινο φως, σ’ απίστευτους ρόμβους,
Παιγνίδι πάνω στο τραπέζι του πλοίου.
Αγεφύρωτα νερά, τάχατις μαρτυρούν --
Ακούγεται ένα κλάμα, που τόσο μακριά!
 
Τόσο μακριά και τόσο κοντά, μια ζάλη,
ένα καρφί στο μάτι, τ’ άγριου βορά!
Το ελάχιστο και μέγιστο των ονείρων!
σαν δύο καθρέπτες που οδοιπορούν --
Πρόσωπο, με πρόσωπο,- σφίγγουν τα χείλη.
 
Σπαθί και θηκάρι, το σπαθί τ’ Αχιλλέα!
που τώρα χρυσός σελιδοδείχτης,                                  
Σαν η πρώτη μέρα, με χίλιους κτύπους!   
Χρυσοί χτύποι της καρδιάς --
Σελίδες άνωθεν των αστεριών,- διαγράφουν        
Ήρεμα κοιμάται στην αγκάλη της μάνας,
που ένα όνειρο δεν φτάνει --
Πέλαγος της Αδριατικής, απ’ την άλλη,- βράζει!
 
Τα σπαθιά και πανοπλίες, συνοδεύουν
σε μια αγκάλη κι η θάλασσα αρναίει,
Το ταξίδι ακολούθως και η χοηφόρος --
προς το ξημέρωμα, τ’ αφανέρωτα βουνά.
Ώσπου άνοιξαν τα ματάκια του Αχιλλέα:
Κοίτα είπε: γλυκοχαράζει!
Ο Αχιλλέας, των παιδικών χρόνων!
Ο Αχιλλέας με την άβατη ματιά!
και την εύμορφη ψυχή των χαρισμάτων του!
 
Kostis nil - Το ταξίδι του Αχιλλέα - Οκτώμβριος 2020