4 Νοεμβρίου 2018

γλώσσα τη λόγχη


τι όνειρο ονειρεύτηκα, μέχρι τα τείχη
πυρρόξανθες είναι οι εικόνες, πυραμίδες
γεννήθηκες τώρα ή πότε γεννήθηκα
πάνω στα τείχη, ήλιος ανάκρουσε τα φτερά του
στ’ άκουσμα του, γέρος πια, αναρωτήθηκα
τόσο ψηλά κι αθεόρατα, ποιος να τα ’χτισε
κι άκουσες εκείνο το σφύριγμα να κουτουλά
τον άνεμο του ήλιου, που άξαφνα χλιμίντρισε
χάθηκε σφυρίζοντας κάτω στη κοιλάδα

με τις πέτρες έχτισα Αθήνα και Ρώμη, που
τα τείχη τα δικά μου, απ’ άλλον σκοτεινό ορίζοντα
τα γκρέμισαν κρυφά, ξεπαραλιάζοντας τα τελευταία γρόσια
και του εχθρού το ρέγος, μέγα, σε νέο τείχος κατσικώθη
νόμισα στη θλίψη μου, στίχους που τραγουδούσα, σαθροί σαν πέτρες

του λόγου μου μετοίκησα, ιστορώντας κρύες νύχτες
κηλίδες απ’ αόρατες μάχες, αίμα δικό μου, το πορφυρό
τι φύλατταν εντέλει τα νέα τείχη, τη νέα πόλη;
μοιάζουν, τυφλώνουν, καλπάζουν, τα μαύρα άλογα
στη νέα κηλίδα του σατανά, σκάρωσε η τύχη μου
μα απ’ του ήλιου τη χροιά σαν κύμα, η γλώσσα μου αναδεύει
τείχος φωτεινό, πού πάνω στη πέτρα, η πόλη μου, ξαναζεί 
γλώσσα τη λόγχη, ασπίδα, πατρίδα περήφανη, ομηρική

kostis nil – γλώσσα τη λόγχη – Νοέμβριος 2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου