Το δαχτυλίδι
Άπλωσε, πάλι ετούτος ο Ιούνης, τα ολόχρυσα σπαρτά του
και ήλιου το καπέλο φαίνεται αστείο, ψηλά απ’ τα κυπαρίσσια
κάτι μαγειρεύεται: σιωπηρά απ’ τα σώματα
τους
μέρα: μια μέρα, μεσημέρι προδήλως ουρλιάζω, στ’ όνομά του.
Δεν ακούγεται πια καταμεσήμερο, ο βαρύς ήχος του
θανάτου
νύχτα εξυφαίνεται: θανάσιμα μίση κατά παράδοση
τα σπαρτά, για εφέτος εις μνήμη: των εδικών μου
πλασμάτων
του Βαν Γκογκ τρελές θίνες, στριφογυρνούν κι αναταράσσουν.
Θέατρο είναι που κιτρίνισε: καρδιές, του συναπτού κόσμου
και τα κοτσύφια ξέμειναν σ’ απόκρυφες φυλλωσιές
κάτω απ’ του πλατάνου πληγή,τ όνομα κρεμασμένο
κι ένα νερό: άφωνο, αντέγραφε στερνή λαλιά.
Τις έναστρες νύχτες του Ιούνη, κάθομαι και συλλογιέμαι
τη νέα γη, που θάβει τα φανταχτερά φορέματά της
όσο προλαβαίνει, όσο ματώνει,- τόσο μεσουρανούν
τόξα, βέλη χρυσά, στο βωμό: θυσία δένει, το δακτυλίδι του
θανάτου.
Kostis
nil – Το δαχτυλίδι – Ιούνιος 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου