4 Ιουνίου 2020

Γκουβέρνο των ονείρων

Φωτογραφίες ανάμεσα σε ουρανό και θάλασσα

Μα είναι ονειρεμένα, σαν δάκρυα της κούνιας
και σαν νερά, κάτω στην ακροθαλασσιά,- πληγές
των αναμνήσεων, καθώς μια βάρκα απ’ μακριά
καθώς ψηλά στα νέφη, ήλιος αποκρυμμένος.

Και η μιλιά: αμίλητος κι ακίνητος σαν προσβολή
κοιτώ απ’ δίπλα, των ανθέων πλούσια περιβολή,
και στον ορίζοντα, ένα καράβι κινεί όπως παλιά,
μα χάθηκε το μπολερό, αψάδα γλυκιά του κύματος.

Εμένα μου, ποια βήματα, έως σε τούτη την ακτή
τα πόδια μου, να βρέξω, σε θάλασσα πρωτόγνωρη,
την κάθε μέρα, σαν ένα αγέρα που, στριφογυρνά
στο αναπέταμα, μοιάζει αγάπης, δεύτερη ακτή.

Μα δες το κύμα, καράβι μου, τώρα στο αχταρμά,    
βαθιά σε κείνα, πέλαγα, που γλάροι κρώζουν,
κρώζουν και χάνουν στο βυθό, σταυρό του λιμανιού,
απάνεμο των αναμνήσεων και των απαίσιων στιγμών.

Μα είναι η θάλασσα, σαν κούνια εκείνου του μωρού
που μόνο εκεί, μιας το ταξίδι, αρνέει και κοιμίζει
δεν κλαίει, δεν θυμάται, πάντα, με τ’ ανοιχτόχρωμο καπέλο
και μια γυναίκα δακρύβρεχτη, απ’ άκρη, μαβιά έχει τα χείλη

Μα τόσο μακριά, όσο κοντά είναι όλα, μια συμφορά
σαν νέφη που περιέρχονται, ψυχρά κρυφοκοιτάζουν
σαν κύματα θεόρατα ή ανάσκελα με γλώσσες πύρινες
γκουβέρνο των ονείρων, εν μέσω αέρηδων, των μισητών.

Όλα τώρα, τ’ ουρανού, και θάλασσας απλώνεται σεντόνι    
και μέσα εκεί, χωρίς καράβια, ξέμειναν όλα τα πανιά
τα μόνα ορατά που έμειναν με χίλιες αναμνήσεις,
των ταξιδιών ανέλπιδα, στο ντόκο έδεσαν των λιμανιών.

Είναι κι η άλλη μου καρδιά, τα ρέστα της, όλα ψιλά
μια πίσω, όλο μπροστά, όπου ο άνεμος ξανά παιγνίδι
σαν το σκουπίδι σε τούτη την ακρογιαλιά, με γυροφέρνει
σαν το πανί, βαθιά στο πέλαγος, μια σκύλα το σωπνίγει. 


Kostis nil – Γκουβέρνο των ονείρων – Ιούνιος 2020

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου