Ο ουρανός έφεγγε το καμένο πρόσωπό του
Άνοιγε με κεραυνούς τα μάτια των πεθαμένων
Τα χέρια που έπειτα κρύα φιλούσαν
Ανεβοκατεβαίναν θαρρείς κουπιά πελάγη.
Ακατάσχετο τέχνημα πλάθει τα δαιμονικά του
Ως μεσοπέλαγα μια θάλασσα το βασίλειό της
Αργά ή γρήγορα συντρίβεται ο καθρέπτης
Πηγαινοέρχεται ονειρεύεται και θρυψαλιάζει.
Κι ορφανή του αβέβαιου μέλλοντος σκακιέρα
Μες στο βυθό αποκοιμίζεις τους αμφορείς
Τους οίνους, έμπλεα μάτια, τις κέρινες μορφές
Χωρίς συνείδηση κι ασήμαντα τανταλίζεις.
Και ως σβήνει φωτιά του βαθύσκιωτοu δάσους
Κι έρχεται η νύχτα στο μακρήγορο κήτος
Ω χροιά της φωνής αναπάντεχα συθρουλίζεις!
Ω δίψα μεθυστική! Ω από πίκρα σεπτό στόμα!
δίψα, kostis nil – Φεβρουάριος 2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου