*στον Κώστα Φιλιούση
Χαίρε,
των ιστών ηδονή, μέσα απ’ άφθαρτα πλαστικά
μέσα
απ’ τρόπους, εμπνέοντας γελοίους έρωτες.
Χαίρε,
αλύπητη μέρα, μ’ ήλιο, με σύννεφα
αφήνεις
πίσω βαθύσκιωτες σκέψεις, φεύγεις και δεν χαιρετάς.
Χαίρε,
πόλη πικρή, άφεγγα διαμερίσματα
ξεχασμένοι
γριές και γέροι, συνταξιούχοι του ΙΚΑ.
Χαίρε,
σύμπαν ολόκληρο, αστρικό σύστημα και τρύπα του χάους
ηλίθιοι
της καταστροφής.
Χαίρε,
βιβλιάρια καταθέσεων, αποθήκες σούπερ μάρκετ, απορρυπαντικών
αφιλόξενες
πλατείες προσφύγων.
Χαίρε,
λιμάνια κινέζικων λιπασμάτων, αεριούχων ποτών
χορτάτοι
βροντόσαυροι εταιρειών, πριν εξαφανιστείτε.
Χαίρε,
θλιβεροί πίνακες διανοουμένων, εφορίες αρχαιοτήτων
αεροδρόμια
ειδήσεων κι αθάνατα λιακόνια.
Χαίρε,
μουσεία παλαιοντολογίας και μια γεμάτη πιατέλα
σκασμένα,
φρούτα μεσογείου.
Χαίρε,
αλησμόνητες φιγούρες, όνειρα διοικητικών συμβουλίων
πεπραγμένα
σκληρών δίσκων.
Χαίρε,
γυαλί, σίδηρο, μπετόν, 1.000.000.000 βαθμούς Κελσίου
καυτή
άσφαλτος, καρδιές από καουτσούκ.
Χαίρε,
ταξίδι της κόκα, κολλάς γραμματόσημο θανάτου σε νεαρά παιδιά.
Χαίρε
και χαίρε, μέχρι σ’ ότου διαπεράσω το σύμπαν, ακολουθήστε με.
Χαίρε
και χαίρε, μέχρι οι πληγές, εκείνες που μ’ οδηγούν, με κάψουν.
Χαίρε
και χαίρε, ξέρεις να υπομένεις.
Χαίρε
και χαίρε, η ώρα αλλάζει χέρια, αλλάζει η μέρα, αλλάζει το φως θέση
και
συ σιμά μου, ζεστά με συντροφεύεις.
Kostis nil
– ΧΑΙΡΕ – Καλοκαίρι 2004