30 Οκτωβρίου 2019

Ένα σμαράγδι


Τα μάτια αυλακώνει ο χρόνος,
σαν τις παγωμένες θαμπές τις μέρες.
Άδειες επιφάνειες, 
γυμνές από σκασμένο δέρμα!
Τους δικούς μου ενόχους υπερασπίστηκα,
το σιωπηλό με μάτια άχρωμο πόνο μου!

Κι αν ήταν για μένα, να με λογχίσει ο θάνατος
Καλύτερα!
Ας μην ξεκλέψει όμως ποτέ 
τους ψιθύρους των εδικών σου ματιών!
για ότι γίνεται και έγινε.
Για τη γλυκιά ροή του ποταμιού που κατεβάζει!
Την όψη εκείνη την δροσερή της εφηβείας,
που δίχως μέτρα και σταθμά οπίσω της σβήνει.

Σημάδι πρώτο της συνάντησης, 
πλάι στο δειλινό!
Διαμάντια, δαχτυλίδια να γλιστρούν 
κι ένα σμαράγδι το φιλί!
Είχα ξεχάσει τον χρόνο να μετρά,
τώρα το βλέπω, 
Μάτια δεν έχω, παρά μονάχα ακόμα ν’ αγαπώ!

Kostis nil – Ένα σμαράγδι – Οκτώβριος 2019



29 Οκτωβρίου 2019

Η νυχτερινή μουσική της πηγής


Ονειρεύτηκα μια πηγή κάτω απ’ ένα πλατάνι
Έχει δροσερό νερό και στις φυλλωσιές ένα τραγούδι
Από κλαδάκια κατεβαίνουν οι νότες και στραγγίζουν
Άκρατου και φυσικού κάλλους η μικρή ορχήστρα
Συνοδεύεται με ζουζούνια και ήχοι μπλέκονται
Λάθρα φέρνουν μια γύρα στα γάργαρα νερού, τα φτερά
Κι η χούφτα των χεριών ανάσκελα γυρίζει
Κι ένας ουρανός πέφτει και την χαϊδεύει
Και είναι και το τραγούδι του νερού που συνοδεύει

Το λαρύγγι, σιγόντο, ποτέ να μην καίγεται
Κρατάει όλη μέρα και καθώς νυχτώνει
Όλη τη φαρμακερή νύχτα που πουλιά θα σταυρωθούν
Και ποιο τραγούδι σιωπηρό, θα πεις για το νερό
Και ποιο θα ξεχαστεί, του Λόρκα αιώνιο νερό
Και ποιο στη χάρη σου, μόνο κατηφορίζεις βαθιά στις ρίζες
Και ποιο αναρριχάται στους ιστούς των μίσχων
Και πράσινο, ολοπράσινο τοπίο και δεντρά π’ ανθίζουν
Και χείλη δροσερά ριγούν
Ρουφάνε και τα χείλη, τα χείλη που ξεραίνουν

Για χρόνια οι άνθρωποι απ’ το χωριό, έφερναν ζώα
Κι έπινε ο σκύλος μας, ο Εσπέχης, πάντα σκασμένος
Φέρναμε πρόβατα κι αίγες και ξεχειλίζαμε τα παγούρια
Πέρασαν κι οι Στρατιώτες την οριογραμμή
Κι οι Γερμανοί το 40, όσοι θυμούνται
Ήπιαν πρώτα απ’ τη πηγή, μετά την βρόμισαν

Πέρασε η πηγή τα τόσα
Όπως τα ’χω σημειώσει, αριθμός ανθρώπων που πέρασε
Αριθμός ζώων και πτηνών
Αριθμός εκείνων των κλεφτών που ξεδιψάσανε
Κι ακόμα περνάνε, μυριάδες ζουζούνια
Κι οι κατακτητές που μόνο ενθυμούμαι την ιστορία τους
και την ιστορία
Το βλοσυρό αίμα των παππούδων πάνω απ’ το βουνό να σημαδεύουν
Απ' αυτή την πηγή πέρασε κι ένας άγιος άνθρωπος
Το όραμά του ένα βράδυ ξεθηκάρωσε
Ακούγοντας την νυχτερινή μουσική της πηγής να τον νταντεύει

Ονειρεύομαι πάντα την μουσική της πηγής που ταξιδεύει
Ονειρεύομαι τον υπόλοιπο δρόμο  

Kostis nil – Η νυχτερινή μουσική της πηγής – Οκτώβριος 2019



28 Οκτωβρίου 2019

Μπουγάζι της ομίχλης


*στους εργάτες στο λιμάνι του Πειραιά
*στον Παναγιώτη

Από ένα σιδερένιο τακούνι που απειλεί
«εσυ μικρο πουτανακι αλλη φορα…»
Χρώμα γκρίζο, καταχωνιασμένο ζώο
αμολήθηκε στην απεργία
Στο ντοκ, κάτω απ’ τους γιγάντιους γερανούς

Άφησε η φωνή του, να παραπλέει
κύματα απειλητικά
Βρώμικοι λογαριασμοί και υγρό πυρ
Τη θάλασσα απίστευτα βυσσοδομεί

Ο νέος που με κορμί σπαθί, αντιστέκει
στην οργή, την άμορφη μάζα
Στο δάκτυλο με απειλή
Βρωμιά που ζέχνει, βρώμικα μωρολογεί
«εβγαλες και εσυ γλωσσα ψωλη…»

Ο νέος αντίκρυ με μάτι λοξό, δεν μασάει
Σαν του κινέζου τα κοντέινερ στοιβάζει
Και οι μέρες περνάνε και τα πλοία αργοκοιτάνε
Μπουγάζι της ομίχλης, κουβαλεί την απειλή

Και να που ο σκύλος δεν άργησε
Φόρεσε τη σιδερένια φτέρνα για καδένα
τα σάπια μυαλά ενός ζόφου
Την τρίαινα του περίφημου Ποσειδώνα
Και μες στο λιμάνι του Πειραιά, τον φόβο κραδαίνει
«γτ θα βαλω το σκυλο μου να σε γαμησει…»

Ο τύπος είναι, ο Φα και σίστας
Για το σκύλο του τεντώνει και καμαρώνει
Την βρώμικη περπατησιά και τον ίσκιο του

Φώτα που πλέουν χαλαρά, μες στην ομίχλη
Χαράματα που μας βρίσκουν ψηλά στους γερανούς
Φορτηγά που αλωνίζουν στο κατόπι
και μούχλα ενός έρωτα προδομένου
Απ’ τα βάθη της Κίνας. Εμένα δεν θα μου φωνάζεις!

Kostis – Μπουγάζι της ομίχλης – Οκτώβριος 2019


26 Οκτωβρίου 2019

Ω Έαρ!


Στη μακρινή διαδρομή που δεν μαρμαίρει
ουράνιο σώμα με χλεύη
η ειρωνεία θαρρώ αργομηνά
πανομοιότητα ντυμένοι,της βλασφημίας
άτυπος περπάτησα σε τούτο τ’ αφιλόξενο μέρος

τα πέταλα μιας παρτιτούρας περιπλέκονται
ρούμποι χαραγμένοι πάνω σε βασανισμένα σώματα
πλήκτρα ανάμεσα στα ματωμένα δάκτυλά
ανάγλυφα χαρακτικά, μ' ένα σωρό θρήνους

ώσπου, γενναία η ανταμοιβή της αιώρησης
οι μικρόσωμοι γίγαντες με αποδείξεις 
βραδυκίνητοι τύποι τ’ αυτοθαυμασμού
πρωί, πρωί, κρατώντας πιστά προσευχητάρι
μεσόνυκτα και κάτι, την αστροδέσμη με μίσος πετροκοπούν

και μια μουσική, Verdi θαρρώ
οι νότες έκρυβαν, εκτός των άλλων ένα όνομα
σελίδες σάκατες: βλέπε κομμένα άνθη
αυτές οι λέξεις, κίτρινες μαργαρίτες
ένα παιδί π’ ανατινάζει με χλεύη το κορμί του

τ’ όνομά σου στροβιλίζει
στο πλάι οι απώλειες, με σύριγμα εκφωνούν 
Ω Έαρ!
ίσαμε κει, ωσότου οι λέξεις τανυσμένες
στάχτη και μπούλμπερη
εκλάμψεις και μαρτυρίες, τα μαύρα σημάδια του ορίζοντα

Kostis nil - Ω Έαρ! - Οκτώβριος 2019



23 Οκτωβρίου 2019

Η φυλακή του πηλού


Τα σημερινά κύματα μ' αποχαιρετούν
Αίμα μου, σε διάταση
Μορφή κραδαίνει τον πρόωρο θάνατό της
Έπειτα η πνοή, βεντάλια που ξεγλιστράει
Καθώς η φυλακή του πηλού
Υλικά απ’ χέρια, πόδια, μάτια να φλέγονται

Ο χρόνος, μαγκάνισε απ’ τα παράθυρα του
Τα ήσυχα νερά
Μυστικά που, πάνω σε βάρκες έμπασαν νερά
Αδιάφορο για τα καθημερινά
Για 'κείνη την τροφή με το τυχαίο χαμόγελο
Κι ανάμεσα εκείνη η χαράδρα
Π’ ανάμεσα σε γεράκια κι ένα σωρό άγρια πουλιά
Φωνές πετούμενες οργιάζουν

Κι όπως τ’ αγρίμια που εν χορώ αλωνίζουν
Το φως λούζει τις πληγές, τις αδιάβατες κορφές
Την μία και μοναχική αγάπη
Καθώς πρωί, πρωί, η πρώτη ηλιαχτίδα
Με την πύρινη ρομφαία, ταξιδεύει
Κι οι χτύποι της καρδιάς με τόση λαχτάρα
Μπλέκονται στο κόρο του ουρανού
Τρέχουν σαν το ήσυχο λιοντάρι
Που μόνο του, έχει χαθεί, στο δρόμο προς τη θάλασσα

Kostis nil – Η φυλακή του πηλού – Οκτώβριος 2019



12 Οκτωβρίου 2019

Η ζωγραφιά των γυμνών πλασμάτων


Τώρα που γυμνά πλάσματα περιπλανώνται
Φιγούρες που καμάρωναν στα νιάτα τους
Μιλούσαν κι όταν με μεγάλο κέφι τραγουδούσαν
Μια αγκαλιά απ’ νότες, το σώμα
Σαν αστραπή που χάνεται στον βαθυγάλανο ουρανό

Χρόνια μέσα ’κει ακουγόντουσαν μόνο ήχοι
Κλάξον των πενιχρών πόλεων αντί για δώρα
Ποτέ η παρουσία, τ’ αχνά φώτα της πόλης
Τα τεράστια κύματα που σμίγουν με το ρυθμό της

Γύρισε όμως ο ήλιος, ένα γύρο
Πίσω από μια συστάδα άσημων δέντρων
Στις έξι ακριβώς, με τη βαθύπλουτη συνήθεια
Βουτηγμένος στα χρώματα ενός μελαγχολικού φθινοπώρου
Και μόνο οι βροντές απειλούσαν

Και μόνο ο μαύρος μανδύας επιχειρούσε
Η νύχτα με τις συνήθειες, τις βαθιές ανάσες
Εκείνα τ’ αστέρια με τους κρυφούς φωτισμούς
Όλη η περιστροφή, η άβυσσος
Η αόρατη καλούμπα, με λέξεις απεριόριστης σιωπής
Την ώρα που, το μακρύ σεντόνι της θάλασσας όλο φούσκωνε
Κι όλο, μέσα απ’ τα θηλαστικά της μάτια
Ανεξήγητα ξεγεννούσε

Κι έτσι φανερά στο μέσον της μαύρης κοιλάδας, στον παφλασμό
Η ελλειψοειδής στροφή των πραγμάτων
Το τελάρο με το τεράστιο υφαντό
H ζωγραφιά των γυμνών πλασμάτων
Τα πουλιά που ονειρεύονται να ξεπετάξουν στα ύψη

kostis nil - Η ζωγραφιά των γυμνών πλασμάτων - Οκτώβριος 2019




7 Οκτωβρίου 2019

Τα μυστικά του κήπου


Τα λόγια αλλάζουν με τον άνεμο
Φτιάχνουν σκαριά που πλέουν σε πελάγη
Τα λόγια είναι τα σκούρα, βαθιά τα μάτια
Λογιάζουν την πονεμένη τη θηλή

Κι είναι ένα παραμύθι αυτό που φοβάμαι
Ένα μυστήριο κρυφό, είναι του φόβου
Τα τόσα γυμνά μαργαριτάρια, τόσο να λάμπουν
Τόσο ερμητικά κλειστά, με μιας να σβήνουν

Ζύγιασες με το βλέμμα ένα κρύο παραπάτημα
Και φόρεσες βιαστικά τα γάντια
Τις ίδιες μέρες που τα λίγα κουβεντιάζουν
Ακέφαλες προσωπίδες αιωρούνται, νιφάδες

Μακριά απ’ τις γλυκόπιοτες νύχτες
Στο λαιμό κρέμονται, χρυσίζοντας τα χάδια
Και πιο κάτω τα χείλη, στεγνά από αλκοόλ
Τα μυστικά του κήπου, ω κήποι κρεμαστοί της Εδέμ

Πίσω απ’ το θαμπό κρύσταλλο της πόρτας
Το δυνατό κόκκινο κρασί, ξεφανερώθει
Που μόλις, από κρύο ιδρώτα,
Η πολυπόθητη βροχή παρέσυρε εκείνη την νιφάδα
Τον έρωτα του ονείρου, το κρυφό φαρμακερό σου βέλος

Kostis nil – Τα μυστικά του κήπου – Οκτωβρίου 2019


2 Οκτωβρίου 2019

Γεννήθηκα στην οδό Μαγδαλένα


Ένα όνειρο περπάτησε, μπορεί να είναι, δρόμος
Αυτός έξω απ’ το σπίτι μου, που δεν αλλάζει
Αυτόν που πρώτα σε κοιτάζει, κι έπειτα
Σκεπάζει με τη μουσική του, γυαλιστερά τα σκαλοπάτια

Διάσπαρτα τα βήματα τα βλέπω
Σε κάθε δρόμο, τα σπίτια, σκεπάζουν το νόημά τους
Σε μέρη όπου, ξερολιθιές από χρόνια γκρεμισμένες
Λουλούδια θαρρώ στους κήπους, μπουκέτα για νεκρούς

Είστε απ’ εδώ, ρωτά, μια αόρατη φωνή
Αλλά για να μην προδοθώ
Λέω, αστείο πως, γεννήθηκα στην οδό Μαγδαλένα
Αλλάζει φαίνεται η όψη η μακρινή, άλλων πατρίδα
Αλλάζει φαίνεται, κροταφικά τα νέφη
Αλλάζει το τοπίο, με συνέχειες

Λέω πως δεν γνωριζόμαστε, ή όπως το τρέξιμο στην άλλη άκρη
Δεν κράταγε ο δρόμος ποτήρι για νερό
Τα χόρτα σκέπασαν τη γη
Κι έμειναν έξω απ' το λιμάνι τα γραπτά
Ώσπου στο δρόμο βρέθηκε μια ερημική ακρογιαλιά 
Αυτήν το βράδυ επισκέπτομαι 
Σκεπάζει με μουσική το κύμα της, ως πέρα τον μακρινό ορίζοντα

Kostis nil – Γεννήθηκα στην οδό Μαγδαλένα – Οκτώβριος 2019