Σαν ένα σταφύλι απ’ χαρά, κεχριμπάρι
οι σκληροί φακοί το μεσονύχτι
μάτι του Τουταγχαμών
ψάχνει με το μολύβι, σκυφτό στο μελάνι
στις δώδεκα ξεσκαρτάρουν, απολέξεις αναχωρούν
έπειτα ακολουθούν σελίδες του φεγγαριού
σιωπηλοί άνεμοι κρατώντας σφιχτά τα γκέμια
πέρα απ’ τις ουλές, πού ήλιος
κι ο κόσμο στους δρόμους με την μητρική οδύνη
βουβά διασταυρώνεται
με τον μυστικοσύμβουλο, των αστεριών και της φρίκης
το πρώτο βράδυ του καλοκαιριού κάθιδρο
μολόγα μου, τον έρωτα σου
περιπλανήθηκες πέριξ των αμέτρητων μύρτων
περιπλανήθηκες πέριξ των αμέτρητων μύρτων
κάποιων άγνωστων δορυφόρων
του θανάτου π’ αναπολεί ότι ονειρευόμαστε
κι ως φαίνεται, ένα μονάχα καρδιοχτύπι φτερουγίζει
τριγύρω απ' τη φωτιά, μάτι του Τουταγχαμών
τριγύρω απ' τη φωτιά, μάτι του Τουταγχαμών
και μια τυραννίδα στην ευυπόληπτη έρημο
το δίχως άλλο, στο δρόμο οι μαρτυρίες
παρ' έξη, μια πολυκαιρισμένη αγάπη, ιστός περιτυλίγει
παρ' έξη, μια πολυκαιρισμένη αγάπη, ιστός περιτυλίγει
εκείνη η νύκτα ξεκλειδώνει τους θησαυρούς
της
κι αθόρυβα ξεπλένει κάθε αμαρτία
όπως η θάλασσα, παλαβή, αλοφέρνει ερημικά
κι ήρθε ο καιρός, τα μάτια π’ αγεφύρωτα
στη λαγκαδιά πλέουν, κάτω απ' το σκληρό μάτι του Τουταγχαμών
Kostis
nil – Μάτι του Τουταγχαμών – Σεπτέμβριος
2019