16 Ιανουαρίου 2020

Σαμουά, κομμένο δάσος


Ένα δάσος γεννήθηκε πάνω απ’,- καμμένη η γη
έτσι είδαν τα μάτια μου, μια χαραυγή.
Έψαχνα να σε βρω μέσα στ' αποκαϊδια-
έτσι είδαν τα μάτια μου,- καθώς έψαχνα.

Δεν σ' είδα όμως πουθενά,- κι ας έψαχνα:
ούτε στο δάσος που φύτρωσε μες στην οργή.
Έτσι είδαν τα μάτια μου μες στη νυχτιά:
Έτσι καθώς ξημέρωνε, μια ορφανή βροχή!

Ένα λουλούδι, λουλούδια που φύτρωσαν
του υπέροχου δάσους, όλων,- μάτια φλογερά.
Όλα τα νυχτοπούλια καθώς, τρισεύγενα:
όλα τ' άστρα, την νύχτα, εκείνα φλόγιζαν. 

Λαχτάρισα ένα νέο βολβό σε μια γη.
Μέσα στο χώμα από κάπου,- εκείνη η βροχή
έτσι είδαν τα μάτια μου, αυτά μου έμαθαν:
Βροχή της βροχής, της μέρας,- κι ολόκληρης νύχτας.

Ένα πρωί, απ’ γεννήθηκα περπάτησα στο δάσος
Απ’ γεννήθηκα δεν σταματώ, να ψάχνω:
ένα δάσος κοιτώ,- κάθε στιγμή, μια κορφή
ανοίγει, κάπου ανυψώνει και κάπου τυφλώνει.

Μα είμαι μακριά, και τόσο κοντά,- ουρανέ
στους δρόμους πολιτεία, μιας:- μάτια κλειστά
μια μουσική, ζυμωμένη βαθιά στο βυθό.
Μέσα στο δάσος, φτερά, αδιόρατων πουλιών!

Σαμουά, κομμένο δάσος- ψέμματα σε σελίδες
Χαραυγή στο βάθος της πόλης, αδιάβατη 
μαύρη, σαν μαύρη γάτα ξενυχιάζει
Στα σκαλοπάτια, παγωμένη, γλυκιά μου κοιμάσαι.

Όνειρο εδώ κι εκεί, μαύρο σεντόνι
Δεν χωρά στο ξημέρωμα, μια στάλα, ηλιόφως.
Μόνο η κραυγή,- και βουητό της ασφάλτου
που, απέναντι παγερό άγαλμα,
που, και 'κείνο κλειστά τα μάτια, έτσι ξαφνικά.

Δεν θα σε 'βρω, όσο,- ψάχνω κι ας ψάχνω.
Δεν ξέρω για, οι φίλοι, και μια αγάπη κρυφή.
Τώρα που τυφλώθηκα, σε μια άκρη:- ζητιάνος
Αδιόρατο δέντρο, στην παγωμένη του δάσους πνοή!

Kostis ni – Σαμουά, το δάσος – Ιανουάριος 2020





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου