Αντιχάρισμα
Ένα πουλί - ιδέστε ψηλά, όσο ψηλά πετά
τα φτερά του βαραίνουν από σιωπή,
τους σπόρους κουβαλάει, αντιχάρισμα
στην εύμορφη λαγκαδιά που καρτερεί.
Κουβαλάει φτερά, βαριά τα φτερά του
στην εύμορφη βασιλείας της αφθονίας,
κι οι σπόροι απ’ μια παράφραση
τ’ αγέρα αντιχάρισμα, στη κατοικία του.
Τα φτερά των πουλιών τριζοβολούν
η αυλαία, των ματιών τους, να υμνεί
βουτιά και δέος, σε μια νέα βουτιά
ξετρυπώνουν σαν αγγίζουν τη γόνιμη γη.
Έτσι ησύχασε το πέταγμα του - πέταγμα
στη εύμορφης κοιλάδα της αφθονίας,
απ’ μια κριτική παράφραση του αγέρα,
μ’ άγγιγμα μια πληγής, π’ αιμορραγεί.
Όσο μια θάλασσα, στενάζει στα λευκά της
σκόρπια στο σώμα των κειμένων,
τα φτερά μου, χαμένη γαλήνη της νύχτας
που ήχοι απ’ κύματα, αγγέλων, ξεψυχούν.
Μα είναι χορός, βήματα - μια υπόκλιση
ύστατοι ήχοι το θρόισμα των κυμάτων,
κοπάδι πουλιά: κατάλευκα τα λαιμά τους
κουβαλάνε τυφλά, την ψυχή, των φτερών μου.
Kostis nil – Αντιχάρισμα – Δεκέμβριος 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου