ψάχνοντας διακαώς το ποίημα της
άμμου, που ξυπόλυτος
με σύνεση το σύμπαν διαβαίνει
προσμετρώντας τον εαυτό του
το ποτάμι ενάλιο, λειαίνεται
αενάως με τριβές
με σκηνές ανεπανάληπτες
πριν το ορατό μάτι του κόσμου
με ιστορίες περιγράψει
μια κορδέλα σκοτεινή ψηλά
αιωρείται, διάτυπο εκείνο το σύμπαν
χυτά σώματα και νόμοι, άστρων η
λάμψη
στην κοιλιά της σκοτεινής
κοιλάδας και τα γραφτά των σοφών
τα ευαγγέλια
στην άβυσσος δίχτυ, δίχτυ το
σκοτεινό ταξιδεύει
κομήτες που, απ’ τα τρύπια δίχτυα
μας λάβροι, διαφεύγουν
ψηλά και σκοτεινά, δεμένοι όλοι,
σφιχτά από ένα αόρατο φιογκάκι
όλα τα όντα, σ’ αυτή την
αλυσίδα που γεννήθηκε απ’ το νερό
κι ας μην έφτασε ποτέ ο χρυσοκέντητος
χρόνος να μιλήσει
παρά μόνο το ποίημα της άμμου, οικιοθελώς
αενάως η παράσταση στέκει, οι
παραβάτες, οι άπληστοι νόμοι
η αρχή, η μέση και το τέλος της
αβύσσου
τ' απέριττα σώματα των λαμπρών
άστρων που διατρέχουν τ’ άπειρο
πάτησα ξυπόλυτος το καλοκαίρι την
κινούμενη άμμο
χρύσιζε κι ολόκαυτη προμηνούσε
το βαθύ ένστικτό της
με το μπαστούνι του τυφλού
ποιητή, χάραξα το διαμάντι της άμμου
εδώ και κείθε μια διαδρομή, με
πίστη άνοιξα μια τρύπα
ανατύπωσα την τρύπα του χάους
ιδού, αμέτρητοι κόκκοι
αποκομμένοι απ’ χαράκια και
βράχια, κάποιων ακτών
ασύλληπτων βουνών
τριμμένοι στις παρυφές ενός
ταξιδιού
λειασμένοι από κρούσεις και
συγκρούσεις
το φερτό ταξίδι έφτασε ως εδώ,
συναντήθηκα μαζί του στη παραλία
και τώρα εδώ, με τα πέντε μου
δάχτυλα ανακάτεψα
πήρα μια χούφτα άμμο, στη
χούφτα μου όλη η ιστορία
το ανεξήγητο χάδι
κι άφησα έπειτα να τρέξουν οι
κόκκοι σαν νερό
απ’ τα τρύπια δάχτυλα μου διέφυγαν
ξανάσμιξαν με το ποίημα της
άμμου, τους χρυσούς κόκκους του σύμπαντος
μπροστά μας το κύμα της θάλασσας
δοκιμάζει, παίζει, βυθίζει
συνάμα, εκείνη η σκοτεινή
κορδέλα του σύμπαντος παραμονεύει
η μαγεία μένει, ψηλά στον ουράνιο
θόλο
το κορμί μου απ’ κάτω, χυτό σαν
τους κομήτες με κόπο περιπλανιέται
με περιστροφές του ήλιου, που
αδέκαστος γύρω απ’ τη σκιά μου σβουρίζει
διακαώς αυτό είναι το ποίημα
της άμμου
το ποίημα το νέο ή το ποίημα το
παλαιό
που με φωνήεντα και σύμφωνα στοιχίζει στ' όνομα Μπόρχες
το ποίημα του τυφλού, το ποίημα
των εχθρών
που πάντα τυφλό θα οδεύει, πάντα άπιστο
κι άμμος καυτή θα καίει, θ’
αλλάζει μορφή
σαν το μικρό μου ραβδί, τ’
ασήμαντο
πιστό αντίγραφο και
χρειαζούμενο
smart,
μ’ απορίες και γνώση, εκτιθέμενο στις απέραντες αμουδερές του σώματός μου
Kostis nil - smart, το μπαστούνι του τυφλού ποιητή - Μάρτιος 2019