22 Ιουνίου 2019

Αλγόριθμος


Εκείνα τα πουλιά καθώς πετούν καθρεπτίζονται
Πάντα χαμηλά κι ας το νερό, εκτός της βροχής
Μες στο έργο κι οι πέτρες κυλούν
Πληγώνουν τη θύμηση, την μοναξιά
των κίτρινων σταχυών, ελαφρύ θρόισμα

Σ’ εκείνη την άρκτο τ’ ουράνιου σκεύους
Προμηνούσε χαλάζι
Η σφαγή π’ έθρεφε, κάλπαζε πιο απ’ τη βροχή
Κεντούσε των νεκρών σάβανα, καμπυλωτά σπαθιά
τ’ απερίφρακτο κλάμα των νεογνών

Όλες οι φωνές μετέπειτα αναλύονται
Σαν αλγόριθμοι που τραγουδάνε στο δρόμο για την κόλαση
Τα πετεινά απ’ πάνω σαν άστρα λαμποκοπούν
Φορώντας τις κυριακές τα καλά τους

Μπροστά στου άγιου δισκοπότηρου το χρυσό
Θείο νάμα
Που μόνο εσύ, ο χρυσός, ξέρεις στη κόλαση να λάμπεις
Σκουπίζοντας τα τριανταφυλλένια, υγρών ανθέων, άγρια πάθη

Εκτός απ’ πετεινά, στην είσοδο
Ένα νέο σύννεφο με καλλίγραμμους γύπες εθεάθη
Το βλέμμα του πεσόντα πολεμιστή, εξανίσταται
Γητεμένος στο μύθο, να γίνει δέντρο και πάνω του
ξανά να πέσει αστροπελέκι

Οι γύπες μεταμορφώθηκαν κεραυνοί
Οι γύπες κατέβηκαν αστραπή
Συκώτια και νεφρά, ανέριξαν
με μια γύρα τα νύχια, αριστοτεχνικά τα σπλάχνα περιέλιξαν

Κι η μνήμη που αποστερήθηκε, μετρά στα πέντε δάχτυλα τους ελάχιστους επιζώντες
Συνάμα, τα λιγοστά παραμύθια της γραόμορφης πόλης μου

Kostis nil – Αλγόριθμος – Ιούνιος 2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου