*στο Χρήστο
Το σκοτάδι με ωθεί να βυθίζομαι ολοένα
Το σκοτάδι με ωθεί να βυθίζομαι ολοένα
Το
ίδιο βυθίζεται το φως
Το
σκοτάδι με ωθεί να παίρνω μαζί μου μονάκριβα πράγματα
Στην
άλλη άκρη του παραθύρου θα κρεμαστεί από φόβο η κραυγή
Πέρα
στο μόλο το καράβι συνεχίζει, από αμέλεια ετοιμάζει αποσκευές
Ενδιάμεσα
σε δέκατα δεύτερα ακολούθησε φωτοβολίδα
Ο ταπεινός
εκπλειστηριαστής, ενδιάμεσος κρίκος
Εκείνη
η πουτάνα κρυφακούει, έπειτα χωριστήκαμε
Καλή
της ώρα, καλημέρα
Το
επαναλαμβάνουμε πρωί, μεσημέρι
Μόνο
η ατέρμονη νύχτα, δίχως τσιγάρο
Μόνο
εκείνη η κραυγή απ’ την άκρη του παραθύρου
Κι
έπειτα όχλος, φουσκωμένα ασκιά
Σάλος στο λιμάνι και η μυρουδιά του παλιού Λένιν
Μα
πρέπει μια εικόνα να γυρίσει πίσω
κάτι
σαν αυτό που καθυστερημένα εγώ σκέφτομαι
μια
λέξη υπό νέα μορφή, έστω
εοφλδπγλτ
ανάκατα
γράμματα που δε χωράνε σε γάντι
"ήμουν αγόρι και κορίτσι και πουλί και
θάμνος και άλαλο ψάρι
που το ξέβρασε η θάλασσα" *
αυτά χάνω
σ’ ένα κόσμο που μεγαλώνει πίσω μου, καθώς βυθίζομαι
Kostis nil –
εοφλδπγλτ – Ιούνιος 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου