22 Μαΐου 2020

Η θάλασσα: του Κοστίς και Κοστίς

* στους Ποιητές: Κωστή και Κωστή!

Ζύγωνα, όπως φαίνεται απ’ τα χαρτιά της θάλασσας
Το κύμα που με κυνηγούσε, μπροστά μου,
Νερά κρύα και φανταχτερά,- ιδέστε τα κρύα σάβανα,
Μέσα εκεί των ονείρων η κάθε τύχη, άτυχη προσβολή.

Ονομάτισα τον εαυτό μου, δίνοντας όνομα πουλιού
Πολύ διάσημο -να το ειπώ-  αλμπατρός.
Στα φτερά μου ή δανειζόμενος τα φανταχτερά φτερά του,
Το πέταγμα του ή χαμένος στο απέραντο μπλάβο σταυρό.

Όσο ζύγωνα τη θάλασσα, εκείνη χαρμοχαιρόταν
Τα χαρτιά μου, με τις φράσεις, απ’ τα παράξενα κρωξίματα
Μάταια σαν όλα ή σαν την πιο επωφελή ελπίδα,
Μάταια η θάλασσα ή το ποίημα που χρόνια μ' αλυσοδένει.

Να ’ναι τα κύματα εκείνα πού, τυφλά και θεόρατα αυλακώνουν
Άραγε στέκονται με τις γλώσσες, ξέχειλες απ’ πάνω μου,
Να ’ναι παλιά σινιάλα πού, σαν κακοφορμισμένα αστεία
Μου προμηνούσαν κι εγώ παράβλεπα, φοβούμενος τους οιωνούς.

Σε κάθε περίσταση, το άδειο του αθώρητου, άδειο τ' ουρανού
Εδώ στα μεσοπέλαγα, της τρανής θάλασσας μου,
Εδώ κολυμπώντας ή σαν αβοήθητος σε ξεχασμένο κύμα
Με λούζουν, μαχαίρια των κυμάτων, φρυχτές πιο ενσαρκώσεις.

Εδώ τώρα που τα σκέφτομαι, όλα απαρηγόρητος
Τα σωσίβια μου, σαν παράφορες αγάπες μ’ αγκαλιάζουν
Εδώ απέκοψαν ή ταξιδεύουν κατά μόνας,
Σε νέο καταφύγιο, σε φωλιές νεοσσών, σ' έρημο νησί κλειούν.

Με θλίψη το λέω, χάθηκαν οι εξ ευωνύμων σύντροφοί μου
Τα πρόσωπα π’ αγάπησα σ’ αυτό το αμάραντο ταξίδι,
Άδηλα η πυξίδα, της θάλασσας της τρυφερής όπως φαντάστηκα,
Αληλογαγώθηκαν ή κρέμονται απ' στόματα Λερναίας Ύδρας.

Τα χέρια δεν αφήνω, μαζί σου να πλαγιάσουν, θάλασσα μου
Προτιμώ στο βυθό να πάρω τες ανέγνωμες αναμνήσεις,
Τα μυστικά μου -τα πιο παράξενα- του άφαντου ταξιδιού,
Των ανέμων, των γλάρων, π’ ακόμα στο κόσμο μου, συνοδοιπορούν.

Kostis nil – Η θάλασσα: του Κοστίς και Κοστίς – Μάιος 2020




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου