Τη βαθιά αναπνοή του χρόνου,
έφερνε ο αγέρας,- μια κουβαλούσε.
Η χάρη που μ’ έκανε,
να επινοώ: προβάλλοντας διαρκεί προσωπεία.
να επινοώ: προβάλλοντας διαρκεί προσωπεία.
Με συνοδεύει πάντα ο άδειος ίσκιος,- έννοιες
καθώς τ’ αποφθέγματα --
καθώς τ’ αποφθέγματα --
Ένας ήλιος, όταν έχει ήλιο, χωρίς να γνωρίζει
διατρέχει το τελικό παραμύθι μου.
Όταν καταπλακώνομαι απ’ τις μαύρες σελίδες
ο ουρανός βαρύς,- κι ένα ζώο,
όμοιο μ’ επαγρύπνηση, αποκρύβει την δόξα μου.
όμοιο μ’ επαγρύπνηση, αποκρύβει την δόξα μου.
Και μόνο προϊστορικές τοιχογραφίες, άσβηστες λόγου
Βροντές κι άγριες φωνές,
Κατά πως, η διάσπαση μου, όπως σπάει η πέτρα.
Με χρώματα σκληρά στις παλάμες,
αυτές επινόησαν τον αθέατο θάνατός μας.
Γεννήθηκα ως φαίνεται σε μια άλλη χώρα,
με την μυρουδιά των φρεσκοβαμμένων σελίδων
βουτηγμένες στο παράπονο.
Τώρα πια, στα χέρια μου,- συμβαίνει καμιά φορά
ν’ ανακατεύεται κι η αχλή του φεγγαριού.
Kostis nil – Σελίδες
– Μάιος 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου