Μια φυλακή: Ω! χρυσό κλουβί
Έτσι το ξημέρωμα της άνοιξης,- εμβόλιμο,
οι μέρες σχολάνε --
Πλούσιες, πλούσιες και φτωχικές,
φτωχές πεθαίνουν --
Πλούσιες και φτωχές, πάμφτωχες!
Άνθη, ή με τ’ άνθη τους,- τα πλούσια
Κομψά στις ανάποδες πλαγιές
Άφοβα στους γκρεμούς --
Λίκνισμα,- ξερά ροδοπέταλα, ανεμώνες,
μιμόζες --
Απαράβλεπτα, ζωντανά ή πεθαμένα,
μες στα χέρια μου, δένονται καρποί.
Γνωστή κι απαρηγόρητη η πηγή
Τόσες λέξεις που σκίζονται σαν κορμοί
κι άνεμος ανασηκώνει.
κι άνεμος ανασηκώνει.
Μια κλωστή δεμένη στα μύρτα,
στην άλλη άκρη το δαχτυλίδι σου --
στην άλλη άκρη το δαχτυλίδι σου --
Μελανόμορφοι αμφορείς, με τον ιδρώτα τους,
σ' ανεμώνες σταλάζουν, μιμόζες,
κι άνθη κερασιάς, στεφανώνουν τ' αθώο χαμόγελό σου --
Καμπανούλες, κρόκοι, κυκλάμινα: αισίως με χιλιοχαιρετούν.
Kostis
nil - Ξερά ροδοπέταλα, ανεμώνες, μιμόζες -
Απρίλιος 2020