Είναι η χρυσαφένια φωνή
Σε κάθε περίσταση απ’ τις λεύγες που χάθηκαν
προσμετρώντας το χρόνο.
Γλώσσες πικρές, ως ένας κισσός π’ αναρριχάται
Αλλά ο φόβος των πάγων,
κρυσταλλώνει τις αμετάκλητες σκέψεις μου.
Αναρωτήθηκα, απαίσια φωνή:
απ’ τα έγκατα,
ως όφειλα σκαρφάλωσα στα πεζοδρόμια,
που κι αυτά προσμετράνε,
Ωχρά πρόσωπα κάτω απ’ λειψά φώτα,
που ως συνήθως ομοιάζουν.
Πάνω στα μαγλινά λευκά των μαρμάρων,-
Χάρτινες προκηρύξεις,
Ύμνοι χάρτινοι, επίγραφες φράσεις, ασχολίαστες.
Όλα αυτά, φιλύποπτα και μόνο,
έγνοιες, όψεις καταραμένες,
με την ευώνυμη καρδιά ή την σπαρταρούσα χολή --
Στο γκρίζο του προσώπου,- πλέον ανώφελα αγκιστρώνουν.
Αναρωτήθηκα, τι απαίσια που είσαι φωνή μου:
ύποπτα να συνομιλείς
Για χρόνους, ώρες, αιώνες:
Στους ανοιχτούς τάφους φιλοξενείς τους αγγέλους
σου,
Τις ρύμες των χειμάρρων --
Κι ανακόπτεις, κάθε επίφαση των καλλιγράφων ύμνων.
Κουρκούτι απ' την νοσταλγία: στεφανωμένος με σπαθιά
υποθάλπονται πλείστα υλικά
Σίδερο, μέταλλα και πλαστικά, συν, όλα τα παράγωγα.
Κάτω απ’ φως του λαμπατέρ, το χλωμό.
Η πεταλούδα με τα μεγάλα φτερά --
Το πορφυρό, το απαίσιο και το αβυσσαλέο,
απλώνει γύρω μου, την μαύρη θηλιά.
Kostis nil – Περιήγηση
– Απρίλιος 2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου