καταμεσής πολυσύχναστων δρόμων, οδοιπορώ
ψάχνω με το βλέμμα την
πανάκριβη μοναξιά μου
το χρόνο που
σβήνει με υπόκρουση
ψάχνω εναγωνίως με το βλέμμα
ανωνύμους
εαυτόν μου, που με καλή ή κακή διάθεση περιπλανιέται
εαυτόν μου, που με καλή ή κακή διάθεση περιπλανιέται
όπως τον τρίτο παράλληλο, τον
οποίο χρόνια αναζητώ
στο κούτελό μου αναγράφεται η
πολύπαθη μοίρα, π’ άνομα
εκεί κρύφτηκε το πρόσωπό μου, στη
διάρκεια των αιώνων
μα είναι η ώρα που παίρνω το μετρό από Δουκίσσης
αλλάζει χρώμα, η
σκοτεινή σήραγγα της αβύσσου
τ’ άλλο σου πρόσωπο
εγώ, επάξια, ρωμαλέος τυφλοπόντικας
εγώ, επάξια, ρωμαλέος τυφλοπόντικας
με βλέμμα, τραμπαλίζω
πάνω απ’ τις πιστές ράγες
αδημονώ, όπως οι γραφές τα κατά συνθήκη ψεύδη
για το πώς, η φαιά των Φαιάκων,
στο πυκνοδάσος κατοικεί
ολομόναχοι στο κάδρο του
χρόνου, στην έκδοση της σιωπής
της νέας δαμοκλείου σπάθης
ώσπου κάποια στιγμή, θα κοπεί
το νήμα, νομίζω στην έξοδο
εκεί στο σταθμό της Ομόνοιας, τ’ αόριστα
βλέμματα θ' αποχωρήσουν
χωρίς συστάσεις
παίρνοντας μια τζούρα μουχλιασμένου αέρα
παίρνοντας παράσημο, ίσως, Ομηρικό φως και Θεσσαλονικιό κουλούρι
παίρνοντας μια τζούρα μουχλιασμένου αέρα
παίρνοντας παράσημο, ίσως, Ομηρικό φως και Θεσσαλονικιό κουλούρι
Kostis
nil - Ώ! της πόλης Χ μετρό απο Δουκίσης
- Δεκέμβριος 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου